πέρσεπτρον

πέρσεπτρον
το, Ν
μηχανή αναγνώρισης σχημάτων η οποία έχει την ικανότητα «μάθησης» μέσω ενός συστήματος ανατροφοδότησης, που ενισχύει τις ορθές απαντήσεις και αποθαρρύνει τις εσφαλμένες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”